Η Ελλάδα πρέπει να κηρύξει χρεοκοπία και να εγκαταλείψει το ευρώ .
Αναρτήθηκε από τον/την netakias στο Σεπτεμβρίου 20, 2011
του Νουριελ Ρουμπινι στην Σοφοκλέους10
Η Ελλάδα έχει παγιδευτεί σε ένα φαύλο κύκλο αφερεγγυότητας, χαμηλής ανταγωνιστικότητας και μιας όλο και βαθύτερης ύφεσης. Το δημόσιο χρέος της επιδεινώνεται από την δρακόντεια δημοσιονομική λιτότητα και οδεύει στο 200% του ΑΕΠ. Για να ξεφύγει από αυτή την παγίδα η Ελλάδα πρέπει να προχωρήσει σε ελεγχόμενη χρεοκοπία, να πάρει την απόφαση να βγει από την Ευρωζώνη και να επιστρέψει στη δραχμή.
Η Ελλάδα έχει παγιδευτεί σε ένα φαύλο κύκλο αφερεγγυότητας, χαμηλής ανταγωνιστικότητας και μιας όλο και βαθύτερης ύφεσης. Το δημόσιο χρέος της επιδεινώνεται από την δρακόντεια δημοσιονομική λιτότητα και οδεύει στο 200% του ΑΕΠ. Για να ξεφύγει από αυτή την παγίδα η Ελλάδα πρέπει να προχωρήσει σε ελεγχόμενη χρεοκοπία, να πάρει την απόφαση να βγει από την Ευρωζώνη και να επιστρέψει στη δραχμή.
Η συμφωνία ανταλλαγής χρέους της 21ης Ιουλίου είναι κλοπή για την Αθήνα, αφού δεν μειώνει το χρέος της τόσο όσο χρειάζεται. Όποιος δει λίγο τους αριθμούς και λάβει υπόψη του τα σημαντικά οφέλη που σχεδιάζουν να δώσουν στους πιστωτές, αντιλαμβάνεται πως η πραγματική ελάφρυνση του ελληνικού χρέους είναι μηδενική. Το καλύτερο που έχει να κάνει η Ελλάδα τώρα είναι να απορρίψει αυτή τη συμφωνία και, υπό την απειλή του χρεοστασίου, να διαπραγματευτεί μια καλύτερη.
Αλλά ακόμα κι αν η Ελλάδα πετύχει έναν πραγματικό και ουσιαστικό περιορισμό του δημόσιου χρέους της, δεν είναι δυνατόν να επιστρέψει στην ανάπτυξη αν δεν αποκαταστήσει σύντομα την ανταγωνιστικότητά της. Και δίχως επιστροφή στην ανάπτυξη το χρέος της θα παραμείνει μη βιώσιμο. Κατά έναν εντελώς προβληματικό τρόπο όμως όλες οι επιλογές που μπορεί να αποκαταστήσουν την ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας απαιτούν μια πραγματική υποτίμηση του νομίσματος της.
Η πρώτη εξ αυτών των δυνατοτήτων είναι η σημαντική εξασθένηση του ευρώ, που όμως είναι απίθανη όσο η Αμερική είναι οικονομικά αδύναμη και η Γερμανία υπέρ-ανταγωνιστική. Εξίσου απίθανη είναι και η ταχεία μείωση του μοναδιαίου κόστους εργασίας μέσω διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που θα επιτύχουν αύξηση της παραγωγικότητας μεγαλύτερη από την αύξηση των μισθών. Η Γερμανία χρειάστηκε 10 χρόνια προκειμένου να αποκαταστήσει την ανταγωνιστικότητά της με αυτό τον τρόπο. Δεν είναι δυνατό να παραμείνει η Ελλάδα σε ύφεση για 10 χρόνια.
Η τρίτη επιλογή είναι ο ταχύς αποπληθωρισμός τιμών και μισθών που είναι γνωστός σαν ‘εσωτερική υποτίμηση’. Αλλά κι αυτός θα απαιτούσε τουλάχιστον 5 χρόνια παραμονής σε μια όλο και βαθύτερη ύφεση η οποία θα καθιστούσε το δημόσιο χρέος ακόμη λιγότερο βιώσιμο. Λογικά συνεπώς, από τη στιγμή που αυτές οι τρεις δυνατότητες στην πραγματικότητα δεν υφίστανται, ο μόνος δρόμος που απομένει στους Έλληνες είναι να φύγουν από το ευρώ: η επιστροφή στο εθνικό νόμισμα και η δραστική υποτίμησή του μπορεί να αποκαταστήσει γρήγορα την ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξη στην Ελλάδα, όπως έγινε στην Αργεντινή και σε άλλες αναδυόμενες οικονομίες όταν εγκατέλειψαν τη σύνδεση του νομίσματός τους με σκληρά νομίσματα.
Βεβαίως και πρόκειται για τραυματική διαδικασία. Το πιο σημαντικό πρόβλημα θα είναι οι κεφαλαιακές ζημιές για τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα του πυρήνα της Ευρωζώνης. Μέσα σε μια νύχτα το παθητικό σε ευρώ της ελληνικής κυβέρνησης, των τραπεζών και των εταιριών προς το εξωτερικό θα αυξηθεί δραματικά. Αλλά στη συνέχεια τα προβλήματα μπορούν κάλλιστα να ξεπεραστούν. Έτσι έγινε στην Αργεντινή το 2001 όταν πήρε την απόφαση μετατροπής του χρέος της σε δολάρια σε πέσο. Και οι ΗΠΑ έκαναν κάτι πολύ παρόμοιο το 1933, όταν υποτίμησαν το δολάριο κατά 69% ανακαλώντας τον κανόνα του χρυσού. Μια τέτοια μονομερής ‘δραχμοποίηση’ του χρέους σε ευρώ της Ελλάδας είναι αναγκαία και αναπόφευκτη.
Κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας πολλές μεγάλες τράπεζες και επενδυτές της Ευρωζώνης θα υποστούν μεγάλες ζημιές αλλά αυτές οι ζημιές θα είναι διαχειρίσιμες – υπό την προϋπόθεση ότι όλα αυτά τα ιδρύματα θα επανακεφαλαιοποιηθούν με σωστό και επιθετικό τρόπο. Για να αποφευχθεί η συντριβή του ελληνικού τραπεζικού συστήματος μετά την έξοδο από το ευρώ, ωστόσο, θα απαιτηθούν δυστυχώς μέτρα στα πρότυπα της Αργεντινής – όπως η αναστολή της λειτουργίας των τραπεζών και κεφαλαιακοί έλεγχοι – προκειμένου να αποτραπεί μια ανεξέλεγκτη χρεοκοπία.
Αναμφίβολα θα υπάρξουν σοβαρές παράπλευρες ζημιές, αλλά μπορούν κάλλιστα να περιοριστούν αν η διαδικασία εξόδου από το ευρώ είναι ελεγχόμενη και παρασχεθεί διεθνής στήριξη για την επανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών και τη χρηματοδότηση του εξωτερικού ισοζυγίου. Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι στο σενάριο της εξόδου από το ευρώ το πραγματικό ελληνικό ΑΕΠ θα βρεθεί πολύ πιο χαμηλά από ό,τι στο σενάριο της παραμονής σε αυτό με αποπληθωρισμό. Ίσως όμως το επιχείρημα αυτό να έχει λογικές ρωγμές: ακόμα και με τον αποπληθωρισμό η πραγματική αγοραστική ισχύς της ελληνικής οικονομίας και του πλούτου της θα μειωθούν, καθώς θα βρίσκεται σε εξέλιξη η πραγματική υποτίμηση. Αντίθετα, μέσω της ονομαστικής και της πραγματικής υποτίμησης ο δρόμος της εξόδου από το ευρώ θα αποκαταστήσει αμέσως την ανάπτυξη και η Ελλάδα θα αποφύγει τον υφεσιακό αποπληθωρισμό επί μια ολόκληρη 10ετία.
Εκείνοι που ισχυρίζονται ότι η έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ θα φέρει μόλυνση και θα οδηγήσει και άλλες χώρες σε κρίση βρίσκονται σε φάση άρνησης. Και άλλα κράτη της ευρωπαϊκής περιφέρειας αντιμετωπίζουν ισχυρά προβλήματα βιωσιμότητας του χρέους τους στα πρότυπα της Ελλάδας όπως επίσης και προβλήματα ανταγωνιστικότητας. Η Πορτογαλία, για παράδειγμα, μπορεί να υποχρεωθεί σε αναδιάρθρωση του χρέους της ή και να φύγει κι εκείνη από το ευρώ.
Αντίθετα, οικονομίες με προβλήματα ρευστότητας αλλά κατά βάση όχι φερεγγυότητας όπως η Ιταλία και η Ισπανία, χρειάζονται στήριξη ρευστότητας από την Ευρώπη, ανεξαρτήτως αν η Ελλάδα μείνει ή φύγει από το ευρώ. Στην πραγματικότητα μια αυτοεκπληρούμενη κρίση στις αγορές των ιταλικών και ισπανικών ομολόγων στο παρόν στάδιο είναι σχεδόν βέβαιη, αν δεν δοθεί μια τέτοια στήριξη. Οι σημαντικότατοι επίσημοι πόροι που αυτή τη στιγμή δαπανώνται για τη διάσωση των ιδιωτών πιστωτών της Ελλάδας θα μπορούσαν κάλλιστα να χρησιμοποιηθούν προκειμένου να προστατέψουν αυτές τις χώρες και τις τράπεζες σε άλλα κράτη της ευρωπαϊκής περιφέρειας.
Η έξοδος της Ελλάδας μπορεί να έχει και δευτερεύοντα οφέλη. Άλλα κράτη της Ευρωζώνης που έχουν πληγεί από την κρίση είναι πολύ πιθανό ότι θα αποκτήσουν τη δυνατότητα να αποφασίσουν μόνα τους αν θέλουν να ακολουθήσουν την Ελλάδα ή να παραμείνουν στο ευρώ, με όλα τα κόστη που συνεπάγεται αυτή η επιλογή. Ανεξαρτήτως του τι θα κάνει η Ελλάδα, οι τράπεζες της Ευρωζώνης σήμερα χρειάζονται επειγόντως επανακεφαλαιοποίηση. Γι’ αυτό απαιτείται ένα νέο πανευρωπαϊκό πρόγραμμα το οποίο μάλιστα δεν θα βασίζεται σε θολές εκτιμήσεις και σε απατηλά τεστ αντοχής. Η έξοδος της Ελλάδας μπορεί να λειτουργήσει ως καταλύτης για μια τέτοια προσέγγιση.
Η πρόσφατη εμπειρία της Ισλανδίας όπως και πολλών αναδυόμενων οικονομιών τα τελευταία 20 χρόνια, μας δείχνουν ότι η ελεγχόμενη αναδιάρθρωση με περιορισμό του εξωτερικού χρέους μπορεί να αποκαταστήσει τη βιωσιμότητα του χρέους, την ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξη. Όπως και σε αυτές τις περιπτώσεις, έτσι και στην Ελλάδα οι παράπλευρες ζημιές της εξόδου θα είναι μεν σημαντικές αλλά μπορούν να είναι περιορισμένες.
Όπως σε έναν τελειωμένο γάμο όπου απαιτείται διαζύγιο, είναι καλύτερα να έχουμε κανόνες που θα καθιστούν το χωρισμό λιγότερο επιζήμιο και για τις δύο πλευρές. Οι διαρρήξεις και τα διαζύγια είναι οδυνηρά και επιζήμια, ακόμα και όταν υπάρχουν κανόνες. Ας μην κάνουμε λάθος: μια ελεγχόμενη έξοδος από το ευρώ θα είναι σκληρή. Αλλά θα είναι πολύ χειρότερο να παρακολουθούμε την αργή και ανεξέλεγκτη καταστροφή της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας…
Αλλά ακόμα κι αν η Ελλάδα πετύχει έναν πραγματικό και ουσιαστικό περιορισμό του δημόσιου χρέους της, δεν είναι δυνατόν να επιστρέψει στην ανάπτυξη αν δεν αποκαταστήσει σύντομα την ανταγωνιστικότητά της. Και δίχως επιστροφή στην ανάπτυξη το χρέος της θα παραμείνει μη βιώσιμο. Κατά έναν εντελώς προβληματικό τρόπο όμως όλες οι επιλογές που μπορεί να αποκαταστήσουν την ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας απαιτούν μια πραγματική υποτίμηση του νομίσματος της.
Η πρώτη εξ αυτών των δυνατοτήτων είναι η σημαντική εξασθένηση του ευρώ, που όμως είναι απίθανη όσο η Αμερική είναι οικονομικά αδύναμη και η Γερμανία υπέρ-ανταγωνιστική. Εξίσου απίθανη είναι και η ταχεία μείωση του μοναδιαίου κόστους εργασίας μέσω διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που θα επιτύχουν αύξηση της παραγωγικότητας μεγαλύτερη από την αύξηση των μισθών. Η Γερμανία χρειάστηκε 10 χρόνια προκειμένου να αποκαταστήσει την ανταγωνιστικότητά της με αυτό τον τρόπο. Δεν είναι δυνατό να παραμείνει η Ελλάδα σε ύφεση για 10 χρόνια.
Η τρίτη επιλογή είναι ο ταχύς αποπληθωρισμός τιμών και μισθών που είναι γνωστός σαν ‘εσωτερική υποτίμηση’. Αλλά κι αυτός θα απαιτούσε τουλάχιστον 5 χρόνια παραμονής σε μια όλο και βαθύτερη ύφεση η οποία θα καθιστούσε το δημόσιο χρέος ακόμη λιγότερο βιώσιμο. Λογικά συνεπώς, από τη στιγμή που αυτές οι τρεις δυνατότητες στην πραγματικότητα δεν υφίστανται, ο μόνος δρόμος που απομένει στους Έλληνες είναι να φύγουν από το ευρώ: η επιστροφή στο εθνικό νόμισμα και η δραστική υποτίμησή του μπορεί να αποκαταστήσει γρήγορα την ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξη στην Ελλάδα, όπως έγινε στην Αργεντινή και σε άλλες αναδυόμενες οικονομίες όταν εγκατέλειψαν τη σύνδεση του νομίσματός τους με σκληρά νομίσματα.
Βεβαίως και πρόκειται για τραυματική διαδικασία. Το πιο σημαντικό πρόβλημα θα είναι οι κεφαλαιακές ζημιές για τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα του πυρήνα της Ευρωζώνης. Μέσα σε μια νύχτα το παθητικό σε ευρώ της ελληνικής κυβέρνησης, των τραπεζών και των εταιριών προς το εξωτερικό θα αυξηθεί δραματικά. Αλλά στη συνέχεια τα προβλήματα μπορούν κάλλιστα να ξεπεραστούν. Έτσι έγινε στην Αργεντινή το 2001 όταν πήρε την απόφαση μετατροπής του χρέος της σε δολάρια σε πέσο. Και οι ΗΠΑ έκαναν κάτι πολύ παρόμοιο το 1933, όταν υποτίμησαν το δολάριο κατά 69% ανακαλώντας τον κανόνα του χρυσού. Μια τέτοια μονομερής ‘δραχμοποίηση’ του χρέους σε ευρώ της Ελλάδας είναι αναγκαία και αναπόφευκτη.
Κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας πολλές μεγάλες τράπεζες και επενδυτές της Ευρωζώνης θα υποστούν μεγάλες ζημιές αλλά αυτές οι ζημιές θα είναι διαχειρίσιμες – υπό την προϋπόθεση ότι όλα αυτά τα ιδρύματα θα επανακεφαλαιοποιηθούν με σωστό και επιθετικό τρόπο. Για να αποφευχθεί η συντριβή του ελληνικού τραπεζικού συστήματος μετά την έξοδο από το ευρώ, ωστόσο, θα απαιτηθούν δυστυχώς μέτρα στα πρότυπα της Αργεντινής – όπως η αναστολή της λειτουργίας των τραπεζών και κεφαλαιακοί έλεγχοι – προκειμένου να αποτραπεί μια ανεξέλεγκτη χρεοκοπία.
Αναμφίβολα θα υπάρξουν σοβαρές παράπλευρες ζημιές, αλλά μπορούν κάλλιστα να περιοριστούν αν η διαδικασία εξόδου από το ευρώ είναι ελεγχόμενη και παρασχεθεί διεθνής στήριξη για την επανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών και τη χρηματοδότηση του εξωτερικού ισοζυγίου. Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι στο σενάριο της εξόδου από το ευρώ το πραγματικό ελληνικό ΑΕΠ θα βρεθεί πολύ πιο χαμηλά από ό,τι στο σενάριο της παραμονής σε αυτό με αποπληθωρισμό. Ίσως όμως το επιχείρημα αυτό να έχει λογικές ρωγμές: ακόμα και με τον αποπληθωρισμό η πραγματική αγοραστική ισχύς της ελληνικής οικονομίας και του πλούτου της θα μειωθούν, καθώς θα βρίσκεται σε εξέλιξη η πραγματική υποτίμηση. Αντίθετα, μέσω της ονομαστικής και της πραγματικής υποτίμησης ο δρόμος της εξόδου από το ευρώ θα αποκαταστήσει αμέσως την ανάπτυξη και η Ελλάδα θα αποφύγει τον υφεσιακό αποπληθωρισμό επί μια ολόκληρη 10ετία.
Εκείνοι που ισχυρίζονται ότι η έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ θα φέρει μόλυνση και θα οδηγήσει και άλλες χώρες σε κρίση βρίσκονται σε φάση άρνησης. Και άλλα κράτη της ευρωπαϊκής περιφέρειας αντιμετωπίζουν ισχυρά προβλήματα βιωσιμότητας του χρέους τους στα πρότυπα της Ελλάδας όπως επίσης και προβλήματα ανταγωνιστικότητας. Η Πορτογαλία, για παράδειγμα, μπορεί να υποχρεωθεί σε αναδιάρθρωση του χρέους της ή και να φύγει κι εκείνη από το ευρώ.
Αντίθετα, οικονομίες με προβλήματα ρευστότητας αλλά κατά βάση όχι φερεγγυότητας όπως η Ιταλία και η Ισπανία, χρειάζονται στήριξη ρευστότητας από την Ευρώπη, ανεξαρτήτως αν η Ελλάδα μείνει ή φύγει από το ευρώ. Στην πραγματικότητα μια αυτοεκπληρούμενη κρίση στις αγορές των ιταλικών και ισπανικών ομολόγων στο παρόν στάδιο είναι σχεδόν βέβαιη, αν δεν δοθεί μια τέτοια στήριξη. Οι σημαντικότατοι επίσημοι πόροι που αυτή τη στιγμή δαπανώνται για τη διάσωση των ιδιωτών πιστωτών της Ελλάδας θα μπορούσαν κάλλιστα να χρησιμοποιηθούν προκειμένου να προστατέψουν αυτές τις χώρες και τις τράπεζες σε άλλα κράτη της ευρωπαϊκής περιφέρειας.
Η έξοδος της Ελλάδας μπορεί να έχει και δευτερεύοντα οφέλη. Άλλα κράτη της Ευρωζώνης που έχουν πληγεί από την κρίση είναι πολύ πιθανό ότι θα αποκτήσουν τη δυνατότητα να αποφασίσουν μόνα τους αν θέλουν να ακολουθήσουν την Ελλάδα ή να παραμείνουν στο ευρώ, με όλα τα κόστη που συνεπάγεται αυτή η επιλογή. Ανεξαρτήτως του τι θα κάνει η Ελλάδα, οι τράπεζες της Ευρωζώνης σήμερα χρειάζονται επειγόντως επανακεφαλαιοποίηση. Γι’ αυτό απαιτείται ένα νέο πανευρωπαϊκό πρόγραμμα το οποίο μάλιστα δεν θα βασίζεται σε θολές εκτιμήσεις και σε απατηλά τεστ αντοχής. Η έξοδος της Ελλάδας μπορεί να λειτουργήσει ως καταλύτης για μια τέτοια προσέγγιση.
Η πρόσφατη εμπειρία της Ισλανδίας όπως και πολλών αναδυόμενων οικονομιών τα τελευταία 20 χρόνια, μας δείχνουν ότι η ελεγχόμενη αναδιάρθρωση με περιορισμό του εξωτερικού χρέους μπορεί να αποκαταστήσει τη βιωσιμότητα του χρέους, την ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξη. Όπως και σε αυτές τις περιπτώσεις, έτσι και στην Ελλάδα οι παράπλευρες ζημιές της εξόδου θα είναι μεν σημαντικές αλλά μπορούν να είναι περιορισμένες.
Όπως σε έναν τελειωμένο γάμο όπου απαιτείται διαζύγιο, είναι καλύτερα να έχουμε κανόνες που θα καθιστούν το χωρισμό λιγότερο επιζήμιο και για τις δύο πλευρές. Οι διαρρήξεις και τα διαζύγια είναι οδυνηρά και επιζήμια, ακόμα και όταν υπάρχουν κανόνες. Ας μην κάνουμε λάθος: μια ελεγχόμενη έξοδος από το ευρώ θα είναι σκληρή. Αλλά θα είναι πολύ χειρότερο να παρακολουθούμε την αργή και ανεξέλεγκτη καταστροφή της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας…
No comments:
Post a Comment