Tuesday, April 18, 2000

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ


Γράφει ο
Νικόλαος Αναγνωστάτος
18.4.2000                                                                                    
                                                                                    

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Με βάση το τρίπτυχο:
Τοπική Οργάνωση, Τοπική Αυτοδιοίκηση,Τοπική Κοινωνία.

            Εισαγωγή
            Μερικές σκέψεις γύρω από τις πρόσφατες εκλογές, με σκοπό την αναζήτηση μεθόδων και διαδικασιών για αναγνώριση και παραδοχή της Νέας Δημοκρατίας από την ευρύτερη κοινωνία, με συνέπεια μια νικηφόρα πορεία και μια αποδοτική κυβέρνηση.
            Ένα πρώτο συμπέρασμα που εξάγεται από τις εκλογές της 9/4/2000, είναι η ορθή πολιτική κατεύθυνση που ακολούθησε η Νέα Δημοκρατία, αφού κατόρθωσε να αυξήσει σημαντικά το ποσοστό της. Η στροφή προς τον μεσαίο χώρο ήταν πράγματι μια επιτυχής επιλογή, όχι μόνο διότι ουσιαστικά ο μεσαίος χώρος ανήκει στη δική μας ευρύτερη παράταξη, αλλά κυρίως διότι είναι μια μεγάλη δεξαμενή αντλήσεως ψήφων που μπορεί να καλύψει ακόμη και μέχρι τις παρυφές του ΚΚΕ.
            Ένα δεύτερο συμπέρασμα, σαν συνέχεια του πρώτου, είναι ότι η σημαντική αυτή αύξηση οφείλεται κυρίως στον Πρόεδρο Κώστα Καραμανλή, ο οποίος ανέλαβε το κύριο βάρος της προεκλογικής εκστρατείας του κόμματος και σαρώνοντας ακούραστα όλη την Ελλάδα, κατόρθωσε με την ευγλωτία του και την ρητορική του δυνότητα να ρίξει τον πέπλο της σύγχυσης και των τεχνιτών διαχωριστικών γραμμών, πείθοντας για την ορθότητα της πολιτικής αυτής.
            Γιατί όμως δεν κερδίθηκαν οι εκλογές; αυτό είναι το καίριο ερώτημα.  Για να απαντηθεί όμως αυτό, χρειάζεται εν πρώτοις ψυχραιμία και νηφαλιότητα και προ πάντων ειλικρίνεια, έτσι ώστε να εντοπισθούν τα βαθύτερα αίτια αυτής της πολιτικής και κοινωνικής αναντιστοιχίας.
            Μια πρώτη γρήγορη απάντηση είναι ότι δεν είναι οι διάφοροι  λόγοι που βλέπουν το φως της δημοσιότητας, ή τουλάχιστον δεν έχουν την βαρύτητα που τους αποδίδεται.  Θα το εξηγήσω πιο κάτω. Είναι βέβαιο ότι κανείς δεν είναι αλάνθαστος, και ότι πάντα υπάρχουν λάθη και παραλήψεις σε κάθε προεκλογική εκστρατεία που κατά κανόνα εντοπίζoνται εκ των υστέρων.
            Όλοι οι λόγοι που αναφέρονται ή γράφονται στις εφημερίδες ως αιτίες που δεν κερδίθηκαν οι εκλογές, είναι λίγο πολύ επιφανειακοί, αλλά και αναγονται είτε σε εγγενείς αδυναμίες (οργανωτικά κ.τ.τ.), είτε σε γεγονότα που δοκιμάστηκαν στο παρελθόν με τα ίδια αρνητικά αποτελέσματα (μεγάλες συγκεντρώσεις σε Αθήνα-Θεσσαλονίκη, έναντι της συναυλίας στο στάδιο κ.τ.τ.) είτε τέλος σε γενικότητες (επικοινωνιακή πολιτική κ.τ.τ.)
            Ας φανταστούμε πόσα λάθη και πόσες αιτίες ουσιασιστικές θα εύρισκαν εξώφθαλμα οι Πασόκοι στον κ. Σημίτη αν έχαναν τις εκλογές.
            Οι αιτίες που δεν κερδίθηκαν οι εκλογές είναι βαθύτερες και πολύ παλιές, που όμως μέχρι τώρα, κατά τη ταπεινή μου γνώμη, δεν έχουν διαγνωσθεί.
            Είναι η ίδια αυτή αιτία που το ΠΑΣΟΚ κυριαρχεί την τελευταία 20ετία, περιλαμβανομένης και της περιόδου 1989-1990, διότι τα ποσοστά που πήρε το ΠΑΣΟΚ εκείνη την εποχή, με τα φοβερά σκάνδαλα και τον Ανδρέα ετοιμοθάνατο, μόνο φυσιολογικά δεν μπορεί να θεωρηθούν.
            Η αιτία είναι η στρέβλωση και η αλλοτρίωση της ελληνικής κοινωνίας, με τρόπο μεθοδικό και αποτελεσματικό, έτσι ώστε ο έλεγχος και η κατεύθυνση του μεγάλου μέρους του ελληνικού λαού που πίστεψε ή ωφελήθηκε από το ΠΑΣΟΚ να είναι απόλυτος και καθοριστικός.
Το  “πρόβλημα” ξεκίνησε με την παρουσία του Ανδρέα Παπανδρέου στη πολιτική σκηνή της Ελλάδος και μπήκε σε πλήρη εφαρμογή το 1981 με την ανάληψη της εξουσίας από το ΠΑΣΟΚ.
            Δύο ήταν οι λόγοι για την επιδίωξή του: πρώτο η συγκράτηση των οπαδών του με “ειδικά” κριτήρια, μη συμπεριλαμβανομένης της κυβερνητικής επιτυχίας ad hoc  και γενικότερα οτιδήποτε σχετιζόμενο με ηθικές αρχές και κοινωνικές αξίες και Δεύτερο τον αποκλεισμό των πολιτικών του αντιπάλων από τους ψηφοφόρους με κατασκευασμένους λόγους και αιτίες.
            Ο τρόπος της εφαρμογής αυτού του σατανικού σχεδίου ήταν η αλλοίωση του τρόπου σκέπτεσθαι του ΄Ελληνα, που μεθοδεύτηκε και επιτεύχθηκε από το ΠΑΣΟΚ, έτσι ώστε ο νους και η λογική να παίζουν λίγο ή καθόλου ρόλο στις αποφάσεις του.  Έφτιαξε ένα μη σκεπτούμενο Έλληνα, έναν Έλληνα στα μέτρα του, έναν Έλληνα που ερεθίζεται με συνθήματα και κραυγές και που τρέφεται με λαϊκισμό και δημαγωγία.  Δημιούργησε έτσι τον “μαζάνθρωπο”, που άγεται και φέρεται από θυμικές και άλλες πρωτόγονες επιδράσεις, χωρίς κριτική σκέψη και ρεαλιστικό προβληματισμό.  Ένα άνθρωπο με τον οποίον είναι δύσκολο να επικοινωνήσεις και να συνεννοηθείς.  Ήταν ίσως ο μόνος τρόπος να συγκρατήσει τους οπαδούς του.
            Μέσα για την επιτυχία αυτού του σχεδίου ήταν ο λαϊκισμός και η δημαγωγία, τα οποία αποτελούν φοβερά πολιτικά όπλα στα χέρια ενός  “επιδέξιου” και αμοραλιστή πολιτικού και σε συνδυασμό  με τον παρορμητικό χαρακτήρα του Έλληνα, επιρρεπή στις υπερβολές και υποτασσόμενο εύκολα στο θυμικό του, επέφερε συνειδητά επιδιωκόμενα καταστροφικά αποτελέσματα της στρεβλώσεως της Ελληνικής κοινωνίας.
            Υλικό ανακάλυψε το παρελθόν, αναξέωντας πληγές του εμφυλίου, και διογκώνοντας μεμονωμένα γεγονότα της μετεμφυλιακής περιόδου, άσχετα με το παρόν και τις τρέχουσες συνθήκες, κατάλληλα όμως να εξάψουν τα πολιτικά πάθη, να αναβιώσουν  μίση και να τονώσουν τις εκδικητικές τάσεις που συνυπάρχουν σε όλους τους ανθρώπους.
            Συνθήματα όπως “ποτέ πια δεξιά” και “ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει δεξιά”, έπαιξαν καταλυτικό ρόλο και τα αποτελέσματα εκ των υστέρων, επιβεβαιώνουν όλα τα πιο πάνω. Δυστυχώς αυτά τα συνθήματα φαίνεται ότι έπεξαν το ρόλο τους και σ’αυτές τις εκλογές.
            Όλα αυτά, τα οποία κατ’ οικονομία είχα χαρακτηρίσει “πολιτικό πρόβλημα”, επισυμαίνω κατά συχνά διαστήματα με όλους τους τρόπους και σε όλους τους τόνους, με πρώτη καταγραφή στις 14.6.1989, δύο ημέρες πριν τις πρώτες εκλογές του 1989.
Παραθέτω λίγες τέτοιες επισυμάνσεις με τον γενικό τίτλο «ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ – ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ» και υπότιτλο μεταξύ άλλων, «ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΝΕΟ ΞΕΚΙΝΗΜΑ ΑΠΟ ΜΗΔΕΝΙΚΗ ΒΑΣΗ», με ημερομηνία 18 Νοεμβρίου 1991. Μερικές από αυτές δημοσιεύτηκαν υπό μορφήν άρθρων, κυρίως στην “Kαθημερινή”, καταλήγοντας σχεδόν πάντα, ότι “η ευχή μου είναι να αποδοθούν σε κακό μάντη και όχι μάντη κακών”. Δυστυχώς αποδείκτηκε το δεύτερο.
            H αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος, κατά την άποψή μου, ήταν η ταχύρρυθμη αναβάθμιση της πολιτικής ζωής με ειδική “θεραπευτική αγωγή”, άλλως θα χρειαζοταν πολύς χρόνος για να εκφυλιστεί από μόνο του.
            Σήμερα, ύστερα από τις διάφορες διακυμάνσεις της πολιτικής και κοινωνικής ζωής, είναι ασφαλώς αποδυναμωμένο το πολιτικό αυτό πρόβλημα, πλην όμως πιστεύω ότι εξακολουθεί να έχει την επίδρασή του, ιδιαίτερα όταν εφαρμόζεται από τους πρώτους τότε διδάξαντες.
            Η άποψή μου ότι οι ινστρούκτορες του ΠΑΣΟΚ εκμεταλεύθηκαν την όποια στρέβλωση υπάρχει ακόμη στην ελληνική κοινωνία, μη διστάζοντας να χρησιμοποιήσουν οποιοδήποτε θεμιτό και αθέμιτο μέσο για να πετύχουν το σκοπό τους.  Όσο η Νέα Δημοκρατία περνούσε τις θέσεις της στην ελληνική κοινωνία και το ΠΑΣΟΚ αισθανόταν την αναπνοή της να καίει τον αυχένα του, τόσο προχωρούσε σε πλέον αθέμιτα μέχρις άκρως  ανέντιμα μέσα, συμπεριλαμβανο-μένων των παρανόμων ελληνοποιήσεων και αυτής ακόμη της νόθευσης των αποτελεσμάτων.  Είναι αυτό που λέμε καθεστωτική αντίληψη.
            Για το λόγο τούτο είναι η άποψή μου ότι όσο τα ποσοστά της Νέας Δημοκρατίας θα ανέβαιναν, τόσο το ΠΑΣΟΚ θα χρησιμοποιούσε κλιμακωτά ανέντιμα, ακόμη και παράνομα μέσα και τρόπους, έτσι ώστε να βρίσκεται μπροστά από τη Ν.Δ. έστω και οριακά.  Δίνοντας έμφαση σ’ αυτή τη σκέψη, λέω ότι έστω και αν η Ν.Δ. έπαιρνε 50% το ΠΑΣΟΚ θα έπαιρνε 51%.

TO ΔΕΟΝ ΓΕΝΕΣΘΑΙ
Τι θα πρέπει να γίνει λοιπόν; υπάρχει λύση; η απάντηση είναι ασφαλώς ναι!!!
            Το πρώτο που χρειάζεται είναι η αναγνώριση του προβλήματος.  Μετά θα πρέπει να προσαρμοστούν οι πολιτικές ενέργειες με το “πρόβλημα”.
Aπό τα πιο πάνω, προκύπτει η ανάγκη να χαρακτεί μια πολιτική στην οποία να λαμβάνεται υπόψη ότι απευθυνόμαστε σε μια κοινωνία που δέχεται με μεγάλη επιφυλακτικότητα, για να πει κανείς το ελάχιστο, κάθε πρόταση, όσο σωστή και οφέλιμη και αν ακούγεται, ιδιαίτερα όταν προέρχονται από τη Νέα Δημοκρατία.
Αν αυτό ληφθεί υπόψη, έστω και αν δεν συμβαίνουν όσα πιο πάνω εκτέθηκαν, δεν υπάρχει φόβος να γίνει τίποτε χειρότερο.  Το πλέον δεν βλάπτει ποτέ.  Αν όμως υπάρχει κάποια αλήθεια στην ύπαρξη αυτού του «προβλήματος», το όφελος είναι τόσο μεγαλύτερο όσο η επίδραση του “προβλήματος” είναι μεγαλύτερη.
Για το λόγο τούτο χρειάζεται μια όσο το δυνατό, από κοντινή απόσταση, συζήτηση με τους πολίτες, για να παρακαμθεί το «πρόβλημα».
Η ειλικρινής και ισότιμη συζήτηση με τους διστακτικούς πολίτες, θα σπάσει τον πάγο, θα εξαφανίσει τους δισταγμούς και θα οδηγήσει σε μια νέα σχέση που θα καταλήξει σε σχέση αμοιβαίας εμπιστοσύνης.
Η πολιτική της Νέας Δημοκρατίας πρέπει λοιπόν να στηριχθεί στο τρίπτυχο, Τοπική Οργάνωση, Τοπική Αυτοδιοίκηση και Τοπική Κοινωνία.  Δηλαδή στην οργάνωση του κόμματος, στο ρόλο των τοπικών αρχόντων και σε ειδικό φορέα εκπροσωπήσεως της τοπικής κοινωνίας .

Α’  TOΠIKH  ΟΡΓΑΝΩΣΗ και οργάνωση του Κόμματος  γενικώτερα.

Η Τοπική Οργάνωση είναι το κύτταρο της όλης οργανώσεως του κόμματος, διότι είναι αυτή που έρχεται σε άμεση επαφή με τους πολίτες και η δική της δράση και συπεριφορά καθορίζει την επιρροή και επίδραση του κόμματος στην κοινωνία. Γι’αυτό στο τρίπτυχο αναφέρω την Τοπική Οργάνωση μαζί με τους άλλους τοπικούς φορείς.
Σε κάθε περίπτωση, η αναμόρφωση εκ βάθρων του κόμματος, είναι πλέον αδήριτη ανάγκη.  Άλλωστε η οργάνωση της Νέας Δημοκρατίας ουδέποτε υπήρξε ουσιαστική και αποτελεσματική.  Δημιουργήθηκε κυρίως για αμυντικούς λόγους, έναντι των άλλων οργανωμένων κομμάτων και κυρίως του ΠΑΣΟΚ.
Αντιγράψαμε την οργανωτική δομή των αριστερών κομμάτων, που στηρίζονται στα Μαρξιστικά/Λενινιστικά πρότυπα και αντιλήψεις που εμπεριέχουν την κολλεκτιβιστική” αντίληψη, τον συγκεντρωτισμότης εξουσίας, του κομφορμισμού” με βάση την “υπέρτατη σοφία” που συνεπάγεται την υποβάθμιση ή την εξαφάνιση του ατόμου”, που αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο του φιλελευθερισμού.
            Μετά την ήττα στις εκλογές του 1993 και την εκλογή του κ. Μιλτιάδη Έβερτ ως Προέδρου της Νέας Δημοκρατίας, είχα αποστείλει επιστολή με ανάλυση των αιτιών της ήττας, αλλά και με πρόταση ANAMOΡΦΩΣΗΣ ΕΚ ΒΑΘΡΩΝ ΤΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ”, με ημερομηνία 2/11/1993. (παρατίθεται και παράρτημα).
            Στις 27/2/1994, ως Πρόεδρος της Τ.Ε. Κηφισιάς, διατύπωσα λεπτομερείς προτάσεις AΝΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΚΑΙ ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΔΗΜΟΚΡΑ-ΤΙΑΣ”, για την τροποποίση του καταστατικού εν όψει του Συνεδρίου τότε.
            Θεώρησα “την παρούσα δομή των κομματικών οργανώσεων της Νέας Δημοκρατίας, ως τελείως ασύμβατη με την φιλελεύθερη ιδεολογία, άρα ανώφελη και ξεπερασμένη”.
            Στις προτάσεις αυτές αναλύω την “παρούσα κατάσταση”, σημειώνω τα “προαπαιτούμενα”για την επίτευξη αποδοτικότερης λειτουργίας, προχωρώ στις “προϋποθέσεις καθορισμού της νέας οργανωτικής δομής, με τους “Στόχους” και τα Μέσα” που χρειάζονται.
            Διατυπώνω την προτεινόμενη “Δομή και Λειτουργία” της κομματικής οργανώσεως σε πλήρη ανάλυση, καθώς και τη  “Σχέση Κόμματος-Κυβέρνησης”, κάτι που μέχρι τώρα έχει δημιουργήσει πολλές τριβές και σύγχυση.
            Η κεντρική ιδέα είναι η αναβάθμιση των κομματικών οργανώσεων με ευρείες αρμοδιότητες, ώστε να παρέχεται η δυνατότητα ουσιαστικής παρεμβάσεως στην τοπική κοινωνία, με ταυτόχρονη επιμόρφωση και ενημέρωση των στελεχών.
            Αναφέρεται ότι η δομή και λειτουργία του κόμματος, πρέπει να στηρίζεται στην “εξατομικευμένη ευθύνη των μελών των οργανώσεων, που συνάδει. με την δημιουργική αξία του ατόμου, θεμέλιο της φιλελεύθερης ιδεολογίας”.
            Eξαίρεται η αξία του “ήπιου κλίματος”, εχθρός του οποίου είναι “μόνο όποιος στερείται λογικής και επιχειρημάτων”.
            Oλόκληρο το κείμενο παρατίθεται σε παράρτημα, διότι πιστεύω ότι οι προτάσεις εκείνες, ισχύουν και σήμερα και μπορούν να προταθούν στο προσεχές Συνέδριο, με μικροδιαφοροποιήσεις ενδεχομένως.
Aυτό που μεταξύ άλλων, πρέπει να επιδιωχθεί είναι να αποκατασταθεί το κύρος και η αξιοπιστία των οργανώσεων στη Κοινωνία. Τούτο θα επιτευχθεί σε συνδυασμό με τις δύο άλλες πτυχές της προτάσεως. Της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και κυρίως της Τοπικής Κοινωνίας, όπως θα αναλύσω πιο κάτω, με τις οποίες θα πρέπει να συνεργάζονται στενά, σε βάση αλληλοσυμπληρώσεως και αλληλοσεβασμού.

B’  ΤΟΠΙΚΗ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ


Η Τοπική αυτοδιοίκηση, μπορεί και πρέπει να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο και αναντικατάστατο, όπως θα αναλύσω πιο κάτω.
Υπάρχει μεγάλη σύγχυση γύρω από το ρόλο και τον σκοπό της τοπικής αυτοδιοικήσεως και ιδιαίτερα των τοπικών αρχόντων.  Πιστεύω  ότι και στον τομέα αυτό παρασυρθήκαμε από το ΠΑΣΟΚ για να χαρακτηρίσουμε και να το τηρούμε όμως εμείς ενώ το ΠΑΣΟΚ ασφαλώς και δεν το τηρούσε, ότι η τοπική αυτοδιοίκηση είναι ανεξάρτητη, μη έχοντας συνεννόηση και διασύνδεση με το κόμμα. Τεράστιο λάθος που αποβαίνει σε βάρος της Νέας Δημοκρατίας.  Εάν δεν ήταν έτσι, πρώτο το ΠΑΣΟΚ θα το είχε καταγγείλει.
            Η σύγχυση και η παρεξήγηση που υπάρχει, πηγάζει από την άκρα κομματικοποίηση που εισήγαγε το ΠΑΣΟΚ στην κοινωνία, ως μέρος του όλου του σχεδίου, και στην αναξιοπιστία και την έλλειψη κύρους που περιέπεσαν στη συνέχεια οι κομματικές οργανώσεις, πάλι με ευθύνη αλλά και σχεδιασμό του ΠΑΣΟΚ.  Ο σχεδιασμός και η σκοπιμότητα να υποβαθμιστούν και να χάσουν το κύρος τους οι κομματικές οργανώσεις και κάθε κίνηση κομματικού χαρακτήρα, έγινε διότι έπρεπε να μην μπορεί η Νέα Δημοκρατία να χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά τις οργανώσεις της, τη στιγμή που το ΠΑΣΟΚ μπορούσε να επιτελέσει το δικό του σκοπό μέσα από την στρέβλωση που είχε επιφέρει στην Ελληνική Κοινωνία, μέσα από το “πολιτικό πρόβλημα” που αναλύσαμε στην αρχή, και είχε πλέον εξασφαλίσει την επικοινωνία με τον κόσμο του με τη δική του “γλώσσα”.
            Η τοπική αυτοδιοίκηση μπορεί και πρέπει να παίζει καθοριστικό ρόλο στην επικράτηση της Νέας Δημοκρατίας, χωρίς ποτέ αυτό να κατηγορηθεί ως κομματικοποίηση.
            Η τοπική αυτοδιοίκηση αναμφισβήτητα ασκεί εξουσία, η οποία όλο και διευρύνεται και ενδυναμώνεται με το εμπλουτισμό αρμοδιοτήτων, άρα παράγει πολιτική.  Η  πολιτική αυτή κατά συνέπεια πρέπει να βασίζεται σε συγκεκριμένες ιδεολογικές και προγραμματικές αρχές, και να μην είναι περιστασιακή και εν πολλοίς αλλοπρόσαλη όπως ασκείται σήμερα.
            Είναι άρα φυσικό αλλά και επιβεβλημένο το κάθε κόμμα να θέλει, ως μέρος των στρατηγικών του κατευθύνσεων, να υπάρχουν δικά του στελέχη στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, για να  καταστεί έτσι δυνατό να εφαρμοστούν οι δικές του ιδεολογικές και προγραμματικές αρχές.
            Πιστεύοντας ότι οι δικές μας ιδεολογικές και  προγραμματικές αρχές είναι οι ορθότερες και οι αποτελεσματικώτερες για την ανύψωση του επιπέδου των πολιτών και την βελτίωση της ποιότητας της ζωής τους, έχουμε κάθε λόγο οι τοπικοί άρχοντες να έχουν την ικανότητα και τις απαραίτητες γνώσεις, τόσο τεχνοκρατικές όσο και πολιτικές, για να μπορέσουν να εφαρμώσουν επιτυχώς την πολιτική αυτή της Νέας Δημοκρατίας.
            Ο Δήμαρχος έχει την μοναδικότητα, έναντι άλλων μορφών εξουσίας, της αμεσότητος με τον πολίτη που του παρέχει την δυνατότητα άμεσης πειθούς στην πράξη.
            Κάτι τέτοιο μπορεί και πρέπει να γίνει μόνο με ορισμό υποψηφίων Δημάρχων από το κόμμα, με κριτήρια την ικανότητα και δυνατότητά τους να ικανοποιήσουν τους δημότες με τα έργα και τις ενέργειές τους, στα πλαίσια του φιλελευθερισμού.  Τούτο βέβαια δεν σημαίνει ότι ο Δήμαρχος θα ξεχωρίζει τους δημότες και δεν θα ενεργεί για όλους εξίσου, ούτε ότι θα ποδηγετείται από το κόμμα.
            Η ανεξαρτησία του ατόμου είναι άλλωστε βασικό συστατικό στοιχείο του φιλελευθερισμού, και προσφέρει έτσι στην εφαρμογής της όλη την αναγκαία ανεξαρτησία των δημοτικών αρχόντων, αλλά και την μεγίστη αξιοποίησή τους στα πλαίσια των αρχών του φιλελευθερισμού.
           
Ο ρόλος της ΚΕΤΑ
            Για το λόγο τούτο θα πρέπει, η Κ.Ε.Τ.Α να αναδιοργανωθεί και να εμπλουτισθεί με στελέχη ικανά για τον σημαντικό αυτό ρόλο καθ’ όλη τη διάρκεια της τετραετίας και όχι μόνο παραμονές εκλογών για την επιλογή των υποψηφίων δημάρχων.  Θα πρέπει να έχει την δυνατότητα να απαντά σε κάθε ερώτημα και να επιλύει κάθε απορία, αλλά και να εμπλουτίζει το πρόγραμμα και τις ενέργειες των Δημάρχων με τις γνώσεις και την εμπειρία των στελεχών της.  Θα πρέπει επίσης να παρακολουθεί την πορεία των Δημάρχων, με την έννοια της διαπιστώσεως ότι επάξια εκπροσωπούν το κόμμα και τις ιδέες του, και να παρέχει βοήθεια και διορθωτικές προτάσεις, όταν και όπου χρειάζεται, πάντοτε υπέρ του συνόλου βέβαια.
            Έτσι οι Δήμαρχοι δεν θα μπορούν να ισχυρίζονται, ποσώ δε μάλλον να εννοούν, ότι αφήνουν την κομματική τους ταυτότητα έξω του Δήμου όσο είναι Δήμαρχοι, και να κάνουν τη δική τους πολιτική, πολλές φορές στρεβλώνοντας την έννοια του φιλελευθερισμού και δυσφημίζοντας την Νέα Δημοκρατία.  Πολλά ευτράπελα και δυσάρεστα θα είχαν αποφευχθεί, αν κάτι τέτοιο είχε υιοθετηθεί και εφαρμοστεί.  Άλλωστε η φιλελεύθερη ιδεολογία είναι terra ingognita για τα περισσότερα στελέχη, πολώ δε μάλλον για τον απλό κόσμο.  Για το λόγο τούτο χρειάζεται να επιμορφωθούν τα στελέχη για να μπορέσουν στην πράξη να περάσουν τον φιλελευθερισμό ως την προσφορώτερη ιδεολογία, ως μέσο και διαδικασία, για την βελτίωση της ζωής των πολιτών.
            Ο Δήμαρχος λοιπόν, δεν πρέπει να αποφεύγει να εμφανίζεται ότι ανήκει στη Νέα Δημοκρατία, αλλά να το δηλώνει υπερήφανα σε κάθε ευκαιρία και σε κάθε περίπτωση διαπιστώσεως του επιτυχούς του έργου ή ενέργειας, υπογραμμίζοντας την συμβολή της φιλελεύθερης ιδεολογίας στην πράξη.
            Είναι άλλωστε οξύμωρο το σχήμα, να δεχόμαστε ως φυσιολογικό η Κυβέρνηση να είναι κομματική και να διστάζουμε να δεχθούμε ως κομματική μια τοπική κυβέρνηση όπως είναι η τοπική αυτοδιοίκηση.
            Αναγκαία προϋπόθεση, η επιλογή “κατάλληλου” προσώπου, μια έννοια που στον φελελεύθερο χώρο περιέχει συνθετότερα και απαιτητικότερα κριτήρια, τα οποία απορρέουν από αυτήν καθ’ εαυτήν την φιλελεύθερη ιδεολογία, όταν αυτή είναι γνωστή σε όλες της τις παραμέτρους και εφαρμόζεται στην πράξη.
            Οι δύο από τις κυριότερες αρχές του φιλελευθερισμού, η ελευθερία του ατόμου” και η ανάπτυξη της προσωπικότητας του ανθρώπου”, σε συνδυασμό με την έννοια του φιλελευθερισμού στην πράξη ως μια διαδικασία διαρκών αναζητήσεων νέων τρόπων δράσεως, σε μια πορεία συνεχών διορθωτικών παρεμβάσεων, εξασφαλίζει στο μέγιστο βαθμό την ανεξαρτησία της Τ.Α., αφού κάθε κομματική παρέμβαση σημαίνει περιορισμό της ελευθερίας του Δημάρχου και παρεμπόδιση της ανάπτυξης της προσωπικότητάς του.
Από το άλλο μέρος όμως χρειάζεται συνεχής επαφή και ενημέρωση επί των αναζητήσεων νέων τρόπων δράσεως και των τυχόν διορθωτικών παρεμβάσεων, που μπορούν να δωθούν μόνο από ένα οργανισμό που διαθέτει το αναγκαίο ερευνητικό προσωπικό πολιτικού σχεδιασμού και μελέτης και τούτο είναι ασφαλώς ή πρέπει να είναι το πολιτικό κόμμα.
            Συμπέρασμα Πρώτο.  Δεν πρέπει να τίθεται θέμα αποσύνδεσης της Τ.Α. από το κόμμα, αλλά καθορισμού σχέσεων αλληλοσυμπλήρωσης για το κοινό καλό, με βάση τον σεβασμό στον πολίτη και στον τόπο, στα πλαίσια των ιδεολογικών και προγραμματικών αρχών του κόμματος.
            Συμπέρασμα Δεύτερο.  Ο υποψήφιος Δήμαρχος πρέπει να ορίζεται από το κόμμα, αφού αναμένεται και οφείλει να εφαρμόσει τις ιδεολογικές και προγραμματικές αρχές του κόμματος, προσαρμοσμένες στο τοπικό επίπεδο που καλείται να υπηρετήσει, με κριτήρια την αποδοτικότερη προώθηση των φιλελεύθερων αρχών, προς όφελος της τοπικής κοινωνίας.
            Συμπέρασμα Τρίτο.  “Ανεξάρτητοι”, “υπερκομματικοί”, “προσωπικότητες” και άλλες παρόμοιες ηχηρές λέξεις και έννοιες ως μόνα “προσόντα”, δεν έχουν ερείσματα, αφού εκ των πραγμάτων δεν δύναται να εκπροσωπήσουν και να εκφράσουν τις πολιτικές θέσεις της παρατάξεως που τους στηρίζει και κατά τεκμήριο δεν είναι σε θέση να εφαρμόσουν τις ιδεολογικές και προγραμματικές αρχές του κόμματος, στις οποίες πάντα αποβλέπει και προσδοκά κάθε πολιτικό κόμμα.
            Συμπέρασμα Τέταρτο.  Επειδή η φιλελεύθερη ιδεολογία παρέχει ελευθερία γνώμης και ανεξαρτησία δράσεως στον Δήμαρχο, είναι αδήριτη η ανάγκη ο προτεινόμενος υποψήφιος της φιλελεύθερης παράταξης, να είναι εξακριβομένο  ότι έχει  τα αναγκαία προσόντα, τα οποία πέραν της μόρφωσης και της γενικότερης ικανότητάς του, πρέπει να έχει και την απαραίτητη πολιτική παιδεία και εμπειρία, η οποία πολλές φορές υπερτερεί σε σημασία των άλλων προσόντων.  Για να καταστεί δυνατή η επίτευξη θετικού και αποδεκτού πολιτικού έργου, χρειάζεται η δέουσα ποσολογία της τεχνοκρατικής και της πολιτικής παραμέτρου.  Επιτυγχάνεται έτσι η “βασιλική επιστήμη” κατά Πλάτωνα, με τη συνύφανση της ανδρείας και της σωφροσύνης. (“οξύτητα διανοήσεώς τε και σώματος, έτι δε και φωνής”-“Πολιτικός” 306 α)
            Συμπέρασμα Πέμπτο και τελευταίο.  Βαρύνουσα σημασία στην επιλογή του υποψηφίου Δημάρχου, πρέπει να έχει, πέραν της δυνατότητος εκλογής, η προσδοκία επιτυχούς θητείας και η εξασφάλιση της συνέχειας, ώστε να επιτευχθεί η αναγνώριση και παραδοχή στην τοπική κοινωνία των αρχών και του  τρόπου εφαρμογής του φιλελευθερισμού, θεμέλια γερά για την κυβερνητική εφαρμογή του.

            Γ’  ΤΟΠΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ
           
Η  “σύγχυση” που επικρατεί στην ελληνική κοινωνία, όπως το αναλύσαμε στην αρχή ως “πολιτικό πρόβλημα”, και στο βαθμό που αυτό επιδρά ακόμη στους πολίτες, η αξιοπιστία των πολιτικών οργανώσεων, για όποιους λόγους έχει επέλθει, μάλλον απωθεί τους πολίτες παρά τους έλκει, και κυρίως για την γενικώτερη κινητοποίηση των πολιτών. Είναι επομένως αναγκαίο να δημιουργηθεί ένας μή έντονα χρωματισμένος κομματικός φορέας, που να μπορεί να απευθύνεται σε όλους τους πολίτες και να συζητά όλα τα προβλήματα που απασχολούν την κοινωνία.
            Ο φορέας αυτός μπορεί να διαρθρωθεί σε Τοπικό, Νομαρχιακό, Περιφερειακό και Κεντρικό Επίπεδο.  Ο καθοριστικός όμως ρόλος πλησιάσματος της κοινωνίας, θα είναι ο τοπικός φορέας, σε επίπεδο Δήμου.
            Ο σκοπός του φορέα αυτού είναι να παρακαμφθεί κάθε κομματική προκατάληψη και να καταστήσει τους πολίτες κοινωνούς μιας διαδικασίας συμμετοχής τους στη διαμόρφωση της πολιτικής, από την οποία εξαρτάται η διαμόρφωση της κοινωνίας, και ως εκ τούτου τους αφορά όλους άμεσα.
            Έχουν λοιπόν κάθε λόγο να συμμετάσχουν οι πολίτες σε μια τέτοια διαδικασία και εξαρτάται μόνο από μας να τους πείσουμε για τη σημασία και αξία αυτής της διαδικασίας και προ πάντων να τους αποδείξουμε την ειλικρινή μας διάθεση.

Ενεργός συμμετοχή πολιτών.
Συμμετοχή είναι η λέξη κλειδί που θα επιδιώξει ο φορέας αυτός.  Συμμετοχή των πολιτών στην κοινωνική και πολιτική διαδικασία.
Στο σύγχρονο τρόπο πολιτικής διαδικασίας , η ενεργός συμμετοχή του πολίτη αποτελεί πρωταρχικό στοιχείο. Η έντονη πολιτικοποίηση των πολιτών, τους κατέστησε περισσότερο κοινωνούς με τη διαμόρφωση των πολιτικών δρώμενων και έτσι ο ρόλος τους κατέστη πλέον σ’αυτή την διαμόρφωση σημαντικός και χρήσιμος.
Ο πολίτης έχει πάψει να είναι παθητικός δέκτης μιας αφ΄ υψηλού πολιτικής.  Δεν είναι πλέον διατεθειμένος να καθορίζουν άλλοι την διαμόρφωση της δικής του ζωής, ερήμην του.  Το γεγονός τούτο σε συνδυασμό με την στρέβλωση της σκέψης που του επέφερε, με τόση «επιτυχία» ο Ανδρέας Παπανδρέου, καθιστούν αλυσιτελή την όποια «κεντρική» πολιτική, ανεξαρτήτως της ορθότητος αυτής.
Ο ‘Ελληνας πολίτης, από χαρακτήρα, είναι ανήσυχος, κριτικός και πάντοτε διερευνητικός, για το λόγο τούτο είναι τόσο επιθυμητό όσο και χρήσιμο να βρίσκεται μέσα στο πολιτικό παιχνίδι με την πλήρη συμμετοχή του.
΄Οταν ο ‘Ελληνας πολίτης συμμετέχει ενεργά στην πολιτική διαδικασία, αποθετικά, αποφεύγονται οι από μακρού κριτικές του που εκ των πραγμάτων δεν μπορεί να είναι εποικοδομητικές και θετικά, πέραν των τυχόν χρήσιμων προτάσεών του, σε κάθε περίπτωση έχεις κερδίσει όλον αυτό τον κόσμο, αφού όλοι αισθάνονται ότι συμμετέχουν στην κοινή προσπάθεια και ότι η γνώμη τους μετράει. Μια ακόμη θετική «συνέπεια» της ενεργούς αυτής συμμετοχής του πολίτη, είναι ο εμπλουτισμός του κόμματος με στελέχη ποιότητος, που ανεβάζει τη στάθμη και δίνει την δυνατότητα υψηλότερων στόχων πολιτικής και επιδιώξεων.
Την πραγματικότητα αυτή είναι καιρός να υιοθετήσει πλήρως η Νέα Δημοκρατία, έτσι ώστε να προσελκύσει την μεγάλη μερίδα του Ελληνικού λαού, που επιζητεί τη δράση και επιθυμεί την προσφορά των υπηρεσιών της στην διαμόρφωση της πολιτικής.
Πρέπει να παραδεχθούμε ότι μέχρις ώρας η Νέα Δημοκρατία έχει ακολουθήσει περισσότερο ένα «παραδοσιακό» τρόπο ασκήσεως της πολιτικής, με κάποια επίφαση λαικής συμμετοχής μέσω των κομματικών οργανώσεων.
Οι κομματικές οργανώσεις βοήθησαν πολύ τη Νέα Δημοκρατία να πλησιάσει το λαό και έπαιζαν πάντοτε ένα σημαντικό ρόλο σε κάθε εκλογική αναμέτρηση.  Ο ρόλος τους όμως ήταν πάντοτε βοηθητικός και περιστασιακός.  Ο λόγος αυτός, πέραν των όσων εξηγήσαμε πιο πάνω, συνετέλεσε στην περιορισμένη απήχησή τους στην κοινωνία και στην έλλειψη υψηλού επιπέδου και ποιότητας στελεχών.
Η Νέα Δημοκρατία πρέπει να αντιληφθεί ότι η ενεργός συμμετοχή του πολίτη στην διαμόρφωση της πολιτικής, σε συμπλήρωση των όσων πιο πάνω προτείναμε, είναι μονόδρομος.  Τούτο διότι η ενεργός αυτή συμμετοχή του είναι τόσο αναγκαία όσο και χρήσιμη. Αναγκαία διότι, όπως έχει διαμορφωθεί η πολιτικοκοινωνική κατάσταση στην χώρα μας, είναι ο μόνος τρόπος να συγκινήσει και να προσελκύσει την αναγκαία εκείνη μερίδα του Ελληνικού λαού που θα δώσει την απαιτούμενη πλειοψηφία στη Νέα Δημοκρατία για να γίνει Κυβέρνηση και χρήσιμη διότι, πέραν των τυχόν χρήσιμων ιδεών και προτάσεων που ενδέχεται να προέλθουν από τον πολίτη,  η ενεργός συμμετοχή του τον καθιστά «συνυπεύθυνο» στην άσκηση της πολιτικής και του κυβερνητικού προγράμματος, κάτι που εξασφαλίζει την αμέριστη κοινωνική συμπαράσταση στην άσκηση της εξουσίας, στοιχείο πολύτιμο και αναντικατάστατο για την Κυβέρνηση, ιδιαίτερα όσο η πολιτική πρέπει να ειναι σφιχτή και να επιφέρει τις μεγάλες διαρθρωτικές αλλαγές.
Πιο κάτω θα αναπτύξουμε  τον τρόπο εφαρμογής της.

Ο καθοδηγητικός ρόλος της ηγεσίας.    
Είναι αυτονόητο ότι η ηγεσία του κόμματος πρέπει να διαπνέεται από οράματα μιας ποιοτικής ανεβασμένης κοινωνίας και από σχεδιασμούς, σε μια τέτοια κατεύθυνση και προοπτική, στα πλαίσια της ιδεολογίας και της πολιτικής του κόμματος, για το ποιοτικό άλμα προς τα εμπρός.
Οι σχεδιασμοί όμως αυτοί για να είναι αποτελεσματικοί άρα και χρήσιμοι, θα πρέπει να αποτελούν ένα απαύγασμα των ιδεών και προτάσεων των στελεχών και των μελών του κόμματος, κάτι που στην πράξη σημαίνει μια σύνθεση αυτών των ιδεών και προτάσεων.
Τούτο  για δύο λόγους, εξίσου σημαντικούς.
Πρώτο, διότι στη φιλελεύθερη ιδεολογία, οι προτάσεις δεν προέρχονται από πάνω προς τα κάτω, ποσώ δε μάλλον δεν επιβάλλονται αποφάσεις εκ των άνω, αλλά διαμορφώνονται με την ελεύθερη και ανεπηρέαστη αυτενέργεια του ατόμου.
Ο άνθρωπος, το άτομο, αποτελεί το επίκεντρο του ενδιαφέροντος στη φιλελεύθερη ιδεολογία και η ελεύθερη διαμόρφωση των ιδεών, των απόψεων και των πράξεων που αποτελούν ακρογωνιαίο λίθο της.
Δεύτερο, διότι η σύγχυση που επικρατεί στην Ελληνική κοινωνία, η δυσπιστία των πάντων προς τους πάντες και η πλήρης αναξιοπιστία στα μάτια των πολιτών της πολιτικής και των πολιτικών, δημιουργούν ιδιαίτερα δυσχερείς συνθήκες επικοινωνίας και συνεννοήσεως των πολιτικών με τους πολίτες, άρα και σχεδιασμού και εφαρμογής της όποιας πολιτικής.
Αν δεχθούμε δε, ότι για να μπορέσει να επιτύχει η όποια πολιτική και σχεδιασμός, χρειάζεται να την εννοούν και αντιλαμβάνονται οι πολίτες, όχι απαραίτητα να συμφωνούν, ούτε καν να συναινούν , αλλά τουλάχιστον να την κατανοούν, άλλως «επί κέντραν λακτίζειν», τότε επιβάλλεται να βρεθεί τρόπος επικοινωνίας και συνεννοήσεως με τους πολίτες.
Αν δεχθούμε επίσης ότι η Ελληνική κοινωνία, όπως προείπαμε, είναι μια κοινωνία με «ειδικές ανάγκες», όπως χαρακτηρίζουμε τις προβληματικές περιπτώσεις, τότε η προσέγγιση του προβλήματος της επικοινωνίας και συνεννοήσεως με τους πολίτες, καθίσταται έτι δυσχερέστερη και χρειάζεται μεθοδευμένη στρατηγική για την αντιμετώπισή τους.
            Συμμετοχή λοιπόν είναι το απλό μυστικό πάνω στο οποίο μπορεί και πρέπει να στηριχθεί η όλη στρατηγική της Νέας Δημοκρατίας, για να φέρει κοντά της τον ελληνικό λαό.
           
Φορέας.
          Ο κομματικός μηχανισμός θα έπρεπε φυσιολογικά να θεωρείται ex officio ο φορέας που θα εφαρμόσει την πολιτική αυτή πρόταση. ΄Ομως κομματισμός και κομματικές οργανώσεις είναι λέξεις και έννοιες που όχι μόνο έχουν χάσει την αξιοπιστία τους όπως πρείπαμε, αλλά αποπέμπουν πολλές φορές απέχθεια και αντιπάθεια. Τούτο διότι, μεταξύ άλλων, το μεν ΠΑΣΟΚ χρησιμιποίησε τον κομματικό μηχανισμό ως μοχλό και μέσο διαλύσεως  και διαυρώσεως της ελληνικής κοινωνίας με την συλλήβδην εξόντωση των αντιπάλων και την άκριτη εξυπηρέτηση των “ημετέρων”  , η δε Νέα Δημοκρατία ουδέποτε κατάλαβε τον ουσιαστικό ρόλο και προορισμό των κομματικών οργανώσεων και τούτο τις καθήλωσε σε απλούς κομματικούς κεκράκτες χαμηλής ποιότητος και στάθμης.
            Η σημαντικότητα της προτάσεως αυτής επιβάλλει ενδεχομένως να δημιουργηθεί μια κεντρική υπηρεσία στο κόμμα, η οποία να κατευθύνει και να συντονίζει την όλη λειτουργία του νέου αυτού θεσμού, όπως πρέπει να χαρακτηριστεί η πρόταση και θα μπορούσε να ονομαστεί “Επιτροπή  Κοινωνικού Προβληματισμού” και να υπάγεται στην στην Γραμματεία Πολιτικού Σχεδιασμού, λόγω αρμοδιότητος. Εκτός εάν αποφασισθεί να δημιουργησθεί αυτόνομη Γραμματεία.

Επιτροπή Κοινωνικού Προβληματισμού.
Η συμμετοχική αυτή διαδικασία, πέραν της τυχόν ουσιαστικής προσφοράς ιδεών και προτάσεων, αποβλέπει στις εξής τρείς παραμέτρους:
α.-  Στην καθόλα ανθρώπινη και φυσιολογική ψυχολογία του ατόμου ότι η  γνώμη του μετράει.
β.-  Στην εκ των προτέρων αποδοχή της κυβερνητικής πολιτικής, άρα την  εξασφάλιση της επιτυχίας της και
γ.-  Στην «απάληψη» των όποιων αμφισβιτιών, είτε με την θετική ένταξή τους στην προσπάθεια, είτε με την αυτοαπομόνωσή τους, αφού θα τους έχει αφαιρεθεί κάθε πρόσχημα.
Οι πιο πάνω τρείς παράμετροι της διαδικασίας, συνηγορούν υπέρ της όσο το δυνατό ευρύτερης συμμετοχής πολιτών, έστω και αν στην εφαρμογή της ενδεχομένως να δημιουργηθούν τεχνικές δυσχέρειες.

Σύνθεση Επιτροπής.
Η διάθρωση της επιτροπής αυτής θα γίνει παράλληλα και αναλογικά με τις κομματικές οργανώσεις, ήτοι Τοπική, Νομαρχιακή, ίσως Περιφερειακή και Κεντρική.
Η Τοπική Επιτροπή Κοινωνικού Προβληματισμού θα αποτελεί το σημαντικότερο μέρος της όλης προσπάθειας, όπως προείπαμε. Εκεί θα διαπλάθεται και θα διαμορφώνεται η έννοια αλλά και η ουσία της συμμετοχής και εξ’ αυτής θα εμπεδώνεται η στέρεη σύνδεση των μετεχόντων με το κόμμα και τις ιδέες του. ΄Αλλωστε η σύνθεση των ανωτέρων επιτροπών  θα αποτελείται κυρίως από εκπροσώπους των μετεχόντων στις τοπικές επιτροπές.
Στην Τοπική Επιτροπή Κοινωνικού Προβληματισμού θα θιγονται και θα συζητούνται όλα τα θέματατ εξ’ αρχής, με διαδικασία που θα ρυθμιστεί, και θα προωθούνται στη Γραμματεία Πολιτικου Σχεδιασμού δια των ανωτέρων επιτροπών (Νομαρχιακή, Περιφερειακή και Κεντρική), με διαδικασία που επίσης θα ρυθμιστεί.
Θα πρέπει επίσης κατά καιρούς να γίνονται «θεσμικές» συνεδριάσεις ιδιαίτερα όταν μια κάποιο συγκεκριμένο θέμα ασχολείται η Κυβέρνηση ή η κοινωνία.
Στην “Τοπική Επιτροπή Κοινωνικού Προβληματισμού” προτείνεται να συμμετέχουν οι πιο κάτω κατηγορίες πολιτών, εκπρόσωποι των οποίων θα εκροσωπούν στις παρα πάνω Επιτροπές:
α.-  Δημοτικοί Σύμβουλοι της παράταξης και ο Δήμαρχος όπου έχει εκλεγεί με
      στήριξη της Νέας Δημοκρατίας.
β.-  Τα ενδεκαμελή των Τ.Ε.
γ.-  Τα πενταμελή της ΟΝΝΕΔ.
δ.-  Βουλευτές, Ευρωβουλευτές, πολιτευτές, μέλη Κ.Ε. - ΕΚΟ - Ο.Κ.Ε. - ΔΑΚΕ - ΝΟΔΕ κλπ. Κομματικών οργανώσεων που κατοικούν στο Δήμο.
ε.-  Τα μέλη των Διοικητικών Συμβουλίων όλων των Συλλογικών Φορέων του Δήμου που πρόσκεινται στη Νέα Δημοκρατία (Επαγγελματικά, Επιστημονικά, Πολιτιστικά, Εξωραιστικά, Αθλητικά, Γονέων και Κηδεμόνων, κλπ.).
στ. Εκπρόσωποι Δευτεροβαθμίων, ή και ανωτέρων, οργάνων εργαζομένων και όχι μόνο, που κατοικούν στο Δήμο.
ζ.-  Εκπρόσωποι Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων που κατοικούν στο Δήμο, αν δεν εκπροσωπούνται από το σωματείο τους.
η.-  Εκπρόσωποι Βιομηχανικών και μεγαλύτερων Επιχειρήσεων που κατοικούν στο Δήμο, αν δεν εκπροσωπούνται από σωματείο τους.   
θ.-  Πρόσωπα που επηρεάζουν την κοινή γνώμη γενικώτερα στο Δήμο.
Ι.-  Προβληματισμένοι πολίτες,εκτός Νέας Δημοκρατίας, που αναζητούν αξιόπιστη διέξοδο.
Πιλοτική Εφαρμογή.
Η ιδέα είναι μεγαλεπίβολη και για το λόγο τούτο θα πρέπει τα βήματα να είναι προσεκτικά και καλά μελετημένα. Για το λόγο τούτο προτείνω να εφαρμοστεί η πρόταση “πιλοτικά”  σε κάποιο Δήμο για κάποιο διάστημα που θα κριθεί επαρκές εκ των αποτελεσμάτων, και μετά να αρχίσει είτε να επεκτείνεται η εφαρμογή του στους
γύρω Δήμους ή και σε όλη την Ελλάδα, αναλόγως από τα συμπεράσματα που θα εξαχθούν στην πιλοτική εφαρμογή.
Προσφέρομαι, αν έτσι κριθεί, να αναλάβω προσωπικά την πιλοτική εφαρμογή της προτάσεώς μου στην Κηφισιά, έτσι ώστε εντός εξαμήνου να μπορούν να εξαχθούν τα πρώτα συμπεράσματα και να αξιολογηθεί αναλόγως.
Επειδή ο χρόνος μέχρι τις προσεχείς εκλογές δεν είναι συγκεκριμένος ούτε θα πρέπει να καθυστερήσουμε επειδή μόλις έγιναν οι εκλογές, έκκλησή μου είναι να αποφασισθεί το γρηγορότερο δυνατό, ώστε αν η πρόταση κριθει τόσο χρήσιμη όσο ισχυρίζομαι, να μπορούμε να το εφαρμόσουμε παντού το γρηγηρότερο.
Είναι πάντοτε σοφό να γίνεται κανείς προμηθεύς και όχι επιμηθεύς.
Ας μη ξεχνάμε ότι η ηγεσία του κόμματος καρπούται κάθε επιτυχία, ανεξαρτήτως ποιοι συνέβαλαν σ’ αυτή, όπως η ηγεσία του κόμματος επιβαρύνεται επίσης και με κάθε αποτυχία, ασχέτως ποιοι έφταιξαν γι’ αυτό.

            ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ / ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
          Αν όλα τα πιο πάνω εφαρμοστούν με προσοχή και προ πάντων με ειλικρίνεια, τα αποτελέσματα και τα οφέλη για τη Νέα Δημοκρατία θα πρέπει να είναι τα εξής:
            1.- Θα επιτευχθεί η μεγαλύτερη δυνατή συσπείρωση του φιλελεύθερου χώρου, συμπεριλαμβανομένου και του μεσαίου χώρου και όχι μόνο.
            2.-  Θα κερδιθούν οι επόμενες εκλογές, με οποιοδήποτε εκλογικό σύστημα.
            3.- Τα “επώνυμα” στελέχη εκτός Νέας Δημοκρατίας, θα έχουν χάσει κάθε προσωπική επιρροή στην κοινωνία, οπότε είτε θα προσχωρήσουν είτε θα μας είναι αδιάφορα.
            4.- Τα “επώνυμα” στελέχη εντός Νέας Δημοκρατίας, δεν θα μπορούν να επιρρεάσουν σε τίποτε πέραν της πολιτικής που θα προκύψει από την πιο πάνω διαδικασία.
            5.- Κανείς δεν θα μπορέσει να υπονομεύσει ή να βλάψει την Νέα Δημοκρατία ή τον Πρόεδρό της, ούτε από μέσα ούτε από έξω.
            6.- Θα μειωθεί στο ελάχιστο ο επιρρεασμός των Μ.Μ.Ε. και των λεγομένων “διαπλεκομένων”.
            7.- Θα εμπλουτιστεί το κόμμα με στελέχη ποιότητος, από διαπρεπείς και επιτυχημένους πολίτες.
            8.- Ως κυβέρνηση, θα αποκλεισθούν/αποδυναμωθούν οι αντιδρούντες στο κυβερνητικό έργο, κυρίως οι συνδικαλιστές οι οποίοι πολλές φορές μπορούν ακόμη και να ακυρώσουν με τις κινητοποιήσεις τους την κυβερνητική πολιτική.
            9.- Ως κυβέρνηση επίσης, δεν θα είναι αναγκασμένη να κρατά “ισορροπίες” oποιασδήποτε μορφής, και για οιοσδήποτε λόγους, κάτι που εμποδίζει την απρόσκοπτη εφαρμογή του προγράμματος και τη λήψη γεναίων αλλά αναγκαίων αποφάσεων.
            10.- Η ενδυνάμωση του Προέδρου του κόμματος, αφού θα στηρίζεται στη ρήση, “ η ισχύς μου η αγάπη του λαού μου”.

Νικόλαος Αναγνωστάτος




            Ο καθοδηγητικός ρόλος της ηγεσίας.    
Είναι αυτονόητο ότι η ηγεσία του κόμματος πρέπει να διαπνέεται από οράματα μιας ποιοτικής ανεβασμένης κοινωνίας και από σχεδιασμούς, σε μια τέτοια κατεύθυνση και προοπτική, στα πλαίσια της ιδεολογίας και της πολιτικής του κόμματος, για το ποιοτικό άλμα προς τα εμπρός.
Οι σχεδιασμοί όμως αυτοί για να είναι αποτελεσματικοί άρα και χρήσιμοι, θα πρέπει να αποτελούν ένα απαύγασμα των ιδεών και προτάσεων των στελεχών και των μελών του κόμματος, κάτι που στην πράξη σημαίνει μια σύνθεση αυτών των ιδεών και προτάσεων.
Τούτο  για δύο λόγους, εξίσου σημαντικούς.
Πρώτο, διότι στη φιλελεύθερη ιδεολογία, οι προτάσεις δεν προέρχονται από πάνω προς τα κάτω, ποσώ δε μάλλον δεν επιβάλλονται αποφάσεις εκ των άνω, αλλά διαμορφώνονται με την ελεύθερη και ανεπηρέαστη αυτενέργεια του ατόμου.
Ο άνθρωπος, το άτομο, αποτελεί το επίκεντρο του ενδιαφέροντος στη φιλελεύθερη ιδεολογία και η ελεύθερη διαμόρφωση των ιδεών, των απόψεων και των πράξεων που αποτελούν ακρογωνιαίο λίθο της.
Δεύτερο, διότι η σύγχυση που επικρατεί στην Ελληνική κοινωνία, η δυσπιστία των πάντων προς τους πάντες και η πλήρης αναξιοπιστία στα μάτια των πολιτών της πολιτικής και των πολιτικών, δημιουργούν ιδιαίτερα δυσχερείς συνθήκες επικοινωνίας και συνεννοήσεως των πολιτικών με τους πολίτες, άρα και σχεδιασμού και εφαρμογής της όποιας πολιτικής.
Αν δεχθούμε δε, ότι για να μπορέσει να επιτύχει η όποια πολιτική και σχεδιασμός, χρειάζεται να την εννοούν και αντιλαμβάνονται οι πολίτες, όχι απαραίτητα να συμφωνούν, ούτε καν να συναινούν , αλλά τουλάχιστον να την κατανοούν, άλλως «επί κέντραν λακτίζειν», τότε επιβάλλεται να βρεθεί τρόπος επικοινωνίας και συνεννοήσεως με τους πολίτες.
Αν δεχθούμε επίσης ότι η Ελληνική κοινωνία, όπως προείπαμε, είναι μια κοινωνία με «ειδικές ανάγκες», όπως χαρακτηρίζουμε τις προβληματικές περιπτώσεις, τότε η προσέγγιση του προβλήματος της επικοινωνίας και συνεννοήσεως με τους πολίτες, καθίσταται έτι δυσχερέστερη και χρειάζεται μεθοδευμένη στρατηγική για την αντιμετώπισή τους.
            Συμμετοχή λοιπόν είναι το απλό μυστικό πάνω στο οποίο μπορεί και πρέπει να στηριχθεί η όλη στρατηγική της Νέας Δημοκρατίας, για να φέρει κοντά της τον ελληνικό λαό.

B’  ΤΟΠΙΚΗ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ


Η Τοπική αυτοδιοίκηση, μπορεί και πρέπει να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο και αναντικατάστατο, όπως θα αναλύσω πιο κάτω.
Υπάρχει μεγάλη σύγχυση γύρω από το ρόλο και τον σκοπό της τοπικής αυτοδιοικήσεως και ιδιαίτερα των τοπικών αρχόντων.  Πιστεύω  ότι και στον τομέα αυτό παρασυρθήκαμε από το ΠΑΣΟΚ για να χαρακτηρίσουμε και να το τηρούμε όμως εμείς ενώ το ΠΑΣΟΚ ασφαλώς και δεν το τηρούσε, ότι η τοπική αυτοδιοίκηση είναι ανεξάρτητη, μη έχοντας συνεννόηση και διασύνδεση με το κόμμα. Τεράστιο λάθος που αποβαίνει σε βάρος της Νέας Δημοκρατίας.  Εάν δεν ήταν έτσι, πρώτο το ΠΑΣΟΚ θα το είχε καταγγείλει.
            Η σύγχυση και η παρεξήγηση που υπάρχει, πηγάζει από την άκρα κομματικοποίηση που εισήγαγε το ΠΑΣΟΚ στην κοινωνία, ως μέρος του όλου του σχεδίου, και στην αναξιοπιστία και την έλλειψη κύρους που περιέπεσαν στη συνέχεια οι κομματικές οργανώσεις, πάλι με ευθύνη αλλά και σχεδιασμό του ΠΑΣΟΚ.  Ο σχεδιασμός και η σκοπιμότητα να υποβαθμιστούν και να χάσουν το κύρος τους οι κομματικές οργανώσεις και κάθε κίνηση κομματικού χαρακτήρα, έγινε διότι έπρεπε να μην μπορεί η Νέα Δημοκρατία να χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά τις οργανώσεις της, τη στιγμή που το ΠΑΣΟΚ μπορούσε να επιτελέσει το δικό του σκοπό μέσα από την στρέβλωση που είχε επιφέρει στην Ελληνική Κοινωνία, μέσα από το “πολιτικό πρόβλημα” που αναλύσαμε στην αρχή, και είχε πλέον εξασφαλίσει την επικοινωνία με τον κόσμο του με τη δική του “γλώσσα”.
            Η τοπική αυτοδιοίκηση μπορεί και πρέπει να παίζει καθοριστικό ρόλο στην επικράτηση της Νέας Δημοκρατίας, χωρίς ποτέ αυτό να κατηγορηθεί ως κομματικοποίηση.
            Η τοπική αυτοδιοίκηση αναμφισβήτητα ασκεί εξουσία, η οποία όλο και διευρύνεται και ενδυναμώνεται με το εμπλουτισμό αρμοδιοτήτων, άρα παράγει πολιτική.  Η  πολιτική αυτή κατά συνέπεια πρέπει να βασίζεται σε συγκεκριμένες ιδεολογικές και προγραμματικές αρχές, και να μην είναι περιστασιακή και εν πολλοίς αλλοπρόσαλη όπως ασκείται σήμερα.
            Είναι άρα φυσικό αλλά και επιβεβλημένο το κάθε κόμμα να θέλει, ως μέρος των στρατηγικών του κατευθύνσεων, να υπάρχουν δικά του στελέχη στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, για να  καταστεί έτσι δυνατό να εφαρμοστούν οι δικές του ιδεολογικές και προγραμματικές αρχές.
            Πιστεύοντας ότι οι δικές μας ιδεολογικές και  προγραμματικές αρχές είναι οι ορθότερες και οι αποτελεσματικώτερες για την ανύψωση του επιπέδου των πολιτών και την βελτίωση της ποιότητας της ζωής τους, έχουμε κάθε λόγο οι τοπικοί άρχοντες να έχουν την ικανότητα και τις απαραίτητες γνώσεις, τόσο τεχνοκρατικές όσο και πολιτικές, για να μπορέσουν να εφαρμώσουν επιτυχώς την πολιτική αυτή της Νέας Δημοκρατίας.
            Ο Δήμαρχος έχει την μοναδικότητα, έναντι άλλων μορφών εξουσίας, της αμεσότητος με τον πολίτη που του παρέχει την δυνατότητα άμεσης πειθούς στην πράξη.
            Κάτι τέτοιο μπορεί και πρέπει να γίνει μόνο με ορισμό υποψηφίων Δημάρχων από το κόμμα, με κριτήρια την ικανότητα και δυνατότητά τους να ικανοποιήσουν τους δημότες με τα έργα και τις ενέργειές τους, στα πλαίσια του φιλελευθερισμού.  Τούτο βέβαια δεν σημαίνει ότι ο Δήμαρχος θα ξεχωρίζει τους δημότες και δεν θα ενεργεί για όλους εξίσου, ούτε ότι θα ποδηγετείται από το κόμμα.
            Η ανεξαρτησία του ατόμου είναι άλλωστε βασικό συστατικό στοιχείο του φιλελευθερισμού, και προσφέρει έτσι στην εφαρμογής της όλη την αναγκαία ανεξαρτησία των δημοτικών αρχόντων, αλλά και την μεγίστη αξιοποίησή τους στα πλαίσια των αρχών του φιλελευθερισμού.
           
Ο ρόλος της ΚΕΤΑ
            Για το λόγο τούτο θα πρέπει, η Κ.Ε.Τ.Α να αναδιοργανωθεί και να εμπλουτισθεί με στελέχη ικανά για τον σημαντικό αυτό ρόλο καθ’ όλη τη διάρκεια της τετραετίας και όχι μόνο παραμονές εκλογών για την επιλογή των υποψηφίων δημάρχων.  Θα πρέπει να έχει την δυνατότητα να απαντά σε κάθε ερώτημα και να επιλύει κάθε απορία, αλλά και να εμπλουτίζει το πρόγραμμα και τις ενέργειες των Δημάρχων με τις γνώσεις και την εμπειρία των στελεχών της.  Θα πρέπει επίσης να παρακολουθεί την πορεία των Δημάρχων, με την έννοια της διαπιστώσεως ότι επάξια εκπροσωπούν το κόμμα και τις ιδέες του, και να παρέχει βοήθεια και διορθωτικές προτάσεις, όταν και όπου χρειάζεται, πάντοτε υπέρ του συνόλου βέβαια.
            Έτσι οι Δήμαρχοι δεν θα μπορούν να ισχυρίζονται, ποσώ δε μάλλον να εννοούν, ότι αφήνουν την κομματική τους ταυτότητα έξω του Δήμου όσο είναι Δήμαρχοι, και να κάνουν τη δική τους πολιτική, πολλές φορές στρεβλώνοντας την έννοια του φιλελευθερισμού και δυσφημίζοντας την Νέα Δημοκρατία.  Πολλά ευτράπελα και δυσάρεστα θα είχαν αποφευχθεί, αν κάτι τέτοιο είχε υιοθετηθεί και εφαρμοστεί.  Άλλωστε η φιλελεύθερη ιδεολογία είναι terra ingognita για τα περισσότερα στελέχη, πολώ δε μάλλον για τον απλό κόσμο.  Για το λόγο τούτο χρειάζεται να επιμορφωθούν τα στελέχη για να μπορέσουν στην πράξη να περάσουν τον φιλελευθερισμό ως την προσφορώτερη ιδεολογία, ως μέσο και διαδικασία, για την βελτίωση της ζωής των πολιτών.
            Ο Δήμαρχος λοιπόν, δεν πρέπει να αποφεύγει να εμφανίζεται ότι ανήκει στη Νέα Δημοκρατία, αλλά να το δηλώνει υπερήφανα σε κάθε ευκαιρία και σε κάθε περίπτωση διαπιστώσεως του επιτυχούς του έργου ή ενέργειας, υπογραμμίζοντας την συμβολή της φιλελεύθερης ιδεολογίας στην πράξη.
            Είναι άλλωστε οξύμωρο το σχήμα, να δεχόμαστε ως φυσιολογικό η Κυβέρνηση να είναι κομματική και να διστάζουμε να δεχθούμε ως κομματική μια τοπική κυβέρνηση όπως είναι η τοπική αυτοδιοίκηση.
            Αναγκαία προϋπόθεση, η επιλογή “κατάλληλου” προσώπου, μια έννοια που στον φελελεύθερο χώρο περιέχει συνθετότερα και απαιτητικότερα κριτήρια, τα οποία απορρέουν από αυτήν καθ’ εαυτήν την φιλελεύθερη ιδεολογία, όταν αυτή είναι γνωστή σε όλες της τις παραμέτρους και εφαρμόζεται στην πράξη.
            Οι δύο από τις κυριότερες αρχές του φιλελευθερισμού, η ελευθερία του ατόμου” και η ανάπτυξη της προσωπικότητας του ανθρώπου”, σε συνδυασμό με την έννοια του φιλελευθερισμού στην πράξη ως μια διαδικασία διαρκών αναζητήσεων νέων τρόπων δράσεως, σε μια πορεία συνεχών διορθωτικών παρεμβάσεων, εξασφαλίζει στο μέγιστο βαθμό την ανεξαρτησία της Τ.Α., αφού κάθε κομματική παρέμβαση σημαίνει περιορισμό της ελευθερίας του Δημάρχου και παρεμπόδιση της ανάπτυξης της προσωπικότητάς του.
Από το άλλο μέρος όμως χρειάζεται συνεχής επαφή και ενημέρωση επί των αναζητήσεων νέων τρόπων δράσεως και των τυχόν διορθωτικών παρεμβάσεων, που μπορούν να δωθούν μόνο από ένα οργανισμό που διαθέτει το αναγκαίο ερευνητικό προσωπικό πολιτικού σχεδιασμού και μελέτης και τούτο είναι ασφαλώς ή πρέπει να είναι το πολιτικό κόμμα.
            Συμπέρασμα Πρώτο.  Δεν πρέπει να τίθεται θέμα αποσύνδεσης της Τ.Α. από το κόμμα, αλλά καθορισμού σχέσεων αλληλοσυμπλήρωσης για το κοινό καλό, με βάση τον σεβασμό στον πολίτη και στον τόπο, στα πλαίσια των ιδεολογικών και προγραμματικών αρχών του κόμματος.
            Συμπέρασμα Δεύτερο.  Ο υποψήφιος Δήμαρχος πρέπει να ορίζεται από το κόμμα, αφού αναμένεται και οφείλει να εφαρμόσει τις ιδεολογικές και προγραμματικές αρχές του κόμματος, προσαρμοσμένες στο τοπικό επίπεδο που καλείται να υπηρετήσει, με κριτήρια την αποδοτικότερη προώθηση των φιλελεύθερων αρχών, προς όφελος της τοπικής κοινωνίας.
            Συμπέρασμα Τρίτο.  “Ανεξάρτητοι”, “υπερκομματικοί”, “προσωπικότητες” και άλλες παρόμοιες ηχηρές λέξεις και έννοιες ως μόνα “προσόντα”, δεν έχουν ερείσματα, αφού εκ των πραγμάτων δεν δύναται να εκπροσωπήσουν και να εκφράσουν τις πολιτικές θέσεις της παρατάξεως που τους στηρίζει και κατά τεκμήριο δεν είναι σε θέση να εφαρμόσουν τις ιδεολογικές και προγραμματικές αρχές του κόμματος, στις οποίες πάντα αποβλέπει και προσδοκά κάθε πολιτικό κόμμα.
            Συμπέρασμα Τέταρτο.  Επειδή η φιλελεύθερη ιδεολογία παρέχει ελευθερία γνώμης και ανεξαρτησία δράσεως στον Δήμαρχο, είναι αδήριτη η ανάγκη ο προτεινόμενος υποψήφιος της φιλελεύθερης παράταξης, να είναι εξακριβομένο  ότι έχει  τα αναγκαία προσόντα, τα οποία πέραν της μόρφωσης και της γενικότερης ικανότητάς του, πρέπει να έχει και την απαραίτητη πολιτική παιδεία και εμπειρία, η οποία πολλές φορές υπερτερεί σε σημασία των άλλων προσόντων.  Για να καταστεί δυνατή η επίτευξη θετικού και αποδεκτού πολιτικού έργου, χρειάζεται η δέουσα ποσολογία της τεχνοκρατικής και της πολιτικής παραμέτρου.  Επιτυγχάνεται έτσι η “βασιλική επιστήμη” κατά Πλάτωνα, με τη συνύφανση της ανδρείας και της σωφροσύνης. (“οξύτητα διανοήσεώς τε και σώματος, έτι δε και φωνής”-“Πολιτικός” 306 α)
            Συμπέρασμα Πέμπτο και τελευταίο.  Βαρύνουσα σημασία στην επιλογή του υποψηφίου Δημάρχου, πρέπει να έχει, πέραν της δυνατότητος εκλογής, η προσδοκία επιτυχούς θητείας και η εξασφάλιση της συνέχειας, ώστε να επιτευχθεί η αναγνώριση και παραδοχή στην τοπική κοινωνία των αρχών και του  τρόπου εφαρμογής του φιλελευθερισμού, θεμέλια γερά για την κυβερνητική εφαρμογή του.
                  

No comments:

Post a Comment